“Το θέμα του 17% της ΔΕΗ δεν είναι στον κατάλογο των προαπαιτούμενων για την εκταμίευση της υποδόσης και άρα δεν αναμένεται κάποια συζήτηση μέσα στον Σεπτέμβριο”.Αυτό υπογράμμισε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Πάνου Σκουρλέτη στην Κυριακάτικη Kontranews.

Όπως είπε ο υπουργός: “πρόθεση της κυβέρνησης είναι να μεταφέρει το 17% της ΔΕΗ από το ΤΑΙΠΕΔ στο νέο ταμείο αξιοποίησης της δημόσιας  περιουσίας ακυρώνοντας την πώλησή του. Δεν εξυπηρετεί τίποτα η συγκεκριμένη ιδιωτικοποίηση παρά μόνο μια νεοφιλελεύθερη ιδεοληπτική εμμονή. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει, όπως και οι προοπτικές στον ενεργειακό τομέα. Το σημαντικό είναι ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο στον αντίποδα της πολιτικής που ασκήθηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και υπάρχει η δυνατότητα υλοποίησής του, όπως εξάλλου φάνηκε με το παράδειγμα του ΑΔΜΗΕ, όπου υιοθετήθηκε η δική μας άποψη. Δίκτυα και μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις είναι σπουδαία εργαλεία για ότι έρχεται και η αξιοποίησή τους είναι επιβεβλημένη. Στον ενεργειακό τομέα, ο οποίος διένυσε μεγάλη θεσμική απόσταση όλα αυτά τα χρόνια, με αδυναμίες, με στρεβλώσεις, με αδικίες και με κατασπατάληση πόρων του δημοσίου και των νοικοκυριών, είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε σύγχρονες μεθόδους, πατώντας γερά στην πραγματικότητα”.

Στην ερώτηση αν η κυβέρνηση είναι έτοιμη για ρήξη σε περίπτωση που οι εκπρόσωποι των θεσμών δεν συμφωνήσουν με το προαναφερόμενο σχέδιο ο υπουργός ανέφερε ότι η διαπραγμάτευση είναι μια διαρκής σχέση αντιπαλότητας με συμβιβασμούς, μικρές νίκες και υποχωρήσεις. “Σημασία έχει να ξέρουμε που θέλουμε να πάμε, να έχουμε προτάσεις και σχέδιο. Βεβαιότητες δεν υπάρχουν και έχει φανεί πως ο δρόμος για την απαλλαγή από τα μνημόνια είναι δύσβατος. Είναι καθήκον μας να δώσουμε το δικό μας στίγμα στις αλλαγές που συντελούνται, ξέρουμε πώς να το κάνουμε και είμαστε αποφασισμένοι να το επιχειρήσουμε” σημείωσε ο υπουργός.

Στην ερώτηση αν φοβάται ο υπουργός κοινωνική αντίδραση λόγω της φορολογικής πολιτικής ο κ. Σκουρλέτης είπε ότι “η φορολογική επιβάρυνση έχει αγγίξει τα όρια αντοχής της κοινωνίας, δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή επιπλέον επιβάρυνση. Θέλω να πιστεύω πως από εδώ και πέρα θα μιλάμε για μέτρα ελάφρυνσης και μόνο”.