Σοφία Μπιζιρτζόγλου Γαλανάκη

Το τελευταίο όνειρο

Το όνειρο αρχίζει…

Πάντα ζούσε έντονα τα όνειρά της, τα έκανε ζωή, τα έκανε καθημερινότητα. Αυτό το χαρτί όμως στο χέρι της δεν ήταν ούτε όνειρο, ούτε ζωή, ήταν ο θάνατος!

Το κουδούνι χτύπησε για δεύτερη φορά, δεν περίμενε

κανέναν, αλλά για να χτυπά τι στην ευχή κάτι θα θέλανε. Κάτι,

κάποιος έπρεπε ν’ ανοίξει.

Βγήκε από το μπάνιο όπως ήτανε με τις σαπουνάδες, τυλίχτηκε στο μπουρνούζι και έτρεξε φωνάζοντας «ένα λεπτό, έρχομαι, sorry, μισό λεπτό».

Την ώρα που άνοιγε την πόρτα, έδενε τη ζώνη από το μπουρνούζι. Σήκωσε τα μάτια και είδε ένα όμορφο γελαστό πρόσωπο. Ένας νεαρός με αγγελικό χαμόγελο την κοίταζε αμήχανα, μα το βλέμμα μπορεί να έδειχνε αμηχανία, το χαμόγελο όμως όχι. «Τι ωραίο παλικάρι» σκέφτηκε…

  • Παρακαλώ;
  • Η κυρία Τατιάνα Κανούδη;
  • Έχετε αυτόν τον φάκελο, υπογράψτε εδώ παρακαλώ.
  • Ευχαριστώ!

Κοίταξε τον φάκελο και μετά τον νεαρό, σα να ρωτούσε τι είναι αυτό. Ο νεαρός σα να διάβασε και αυτός τη σκέψη της, σήκωσε τους ώμους σε μια κίνηση που έλεγε « δεν ξέρω».

Του χαμογέλασε.

Αυτός γύρισε την πλάτη να φύγει. Πριν κλείσει την πόρτα τον είδε να κοντοστέκεται στις σκάλες και να την κοιτά.

Του ξαναχαμογέλασε.

  • Δε θα πάρεις το ασανσέρ;
  • Όχι θα πάω από τις σκάλες, έχω φοβία.
  • Και πως ανέβηκες στον έκτο;
  • Με τα πόδια!
  • Μωρέ μπράβο!

Έκλεισε την πόρτα. «Στον έκτο με τα πόδια» σκέφτηκε «κι ούτε που λαχάνιασε. Εμ, έτσι είναι τα νιάτα. Όχι σαν και μένα που ούτε στον πρώτο δεν μπορώ να ανέβω με τα πόδια, χωρίς να μου πεταχτεί η γλώσσα! Τι ωραίο παιδί, φορούσε και βέρα. Μπράβο του, μικρό-μικρό και το έκανε το βήμα». Σπάνιο στην εποχή μας. Πόσο να ‘τανε; Εικοσιπέντε; Τριάντα; Μπα! Όχι τριάντα, πιο κάτω.

Κοίταξε τον φάκελο. Δεν ασχολήθηκε άλλο με τον νεαρό. «Αμάν» σκέφτηκε «πρέπει να ξεπλυθώ, με τις σαπουνάδες είμαι». Πέταξε τον φάκελο στο τραπεζάκι της εισόδου. Ούτε που είδε καλά-καλά από ποιον είναι και τι είναι.

Τέλειωσε με το μπάνιο της, στέγνωσε τα μαλλιά. Τελευταία το είχε κόψει το κομμωτήριο. Είχε μείνει άνεργη και ο μισθός του Αλέξανδρου δεν έφτανε για περιττές πολυτέλειες.

 

 

Εκδόσεις: ΣΠΑΝΙΔΗ

Διάσταση: 14Χ21

Σελίδες: 176

ISBN: 978-618-5699-41-3