ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΞΑΝΘΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΕΩΡΙΟΥ

κ.κ. Π Α Ν Τ Ε Λ Ε Η Μ Ο Ν Ο Σ

 Κυριακή 10-3-2019               Θεία Λειτουργία εἰς τόν Ἱερό Ναό Ἁγίου

ΩΡΑ: 07:00-10:30                         Δημητρίου Τυμπάνου.

 ΩΡΑ: 18:00-19:30                        Ἑσπερινός τῆς Συγχωρήσεως εἰς τόν Ἱερό Μητρο-

                                            λιτικό Ναό Τιμίου Προδρόμου.

 Δευτέρα 11-3-2019              Μεγάλο Ἀπόδειπνο εἰς τήν Ἱερά Μονή Παναγίας

ΩΡΑ: 17:00-18:30                         Ἀρχαγγελιωτίσσης Ξάνθης.

 Τετάρτη 13-3-2019                Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Τιμίων

ΩΡΑ: 18:00-20:00                         Δώρων εἰς τόν Ἱερό Ναό Ἁγίων Ραφαήλ,

Νικολάου καί Εἰρήνης Ξάνθης.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

«ΚΡΥΨΙΝΟΙΑ ΚΑΙ ΜΥΣΤΙΚΟΤΗΤΑ»

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, Κυριακή της Τυροφάγου, δίνεται το μέτρο, κατά το οποίο ο χριστιανός μπορεί και πρέπει άφοβα και με ασφάλεια να καλύπτει με πέπλο μυστικότητας πτυχές της ζωής του, ώστε αυτό που καθίσταται κρυφό να μην αποτελεί κίνδυνο, πρώτιστα πνευματικό, για τον ίδιο και τους αδελφούς του, αλλά να διασφαλίζεται στο αιώνιο της μνήμης του Θεού.

Τι μας λέει το σημερινό Ευαγγέλιο; Η ανθρώπινη αμαρτία δεν πολεμιέται με τη λήθη και δεν κρύβεται με τη σιωπή. Πως κρύβεται και πως εξαφανίζεται ώστε να μη μας ελέγχει; Με τη συγχωρητικότητα! Συγχωρώ, δηλαδή όχι απλώς ανέχομαι, αλλά διαγράφω, ξεχνώ και δεν αφήνω να επηρεάσουν την αγάπη μου προς τον όποιο άνθρωπο, τα όποια παραπτώματά του. Τότε και μόνον, η αγάπη του Θεού και Πατρός συγχωρεί και τα δικά μου αμαρτήματα και τα εξαφανίζει, ώστε να μην καταστούν φανερά «εν ημέρα κρίσεως» ενώπιον αγγέλων και ανθρώπων!

Αλλά και ο,τι καλό, ξεκινώντας από την πρακτική αρετή της νηστείας, μας καλεί το σημερινό Ευαγγέλιο να το ασκούμε στα κρυφά, δηλαδή κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην το αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι.

Η αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος τυγχάνει τόσο ευάλωτος στον σκληρό εγωϊσμό και τη ναρκισσιστική υπερηφάνειά του, που εύκολα αποπροσανατολίζεται, αυτοθαυμάζεται και αντί να αναφέρει προς τον άγιο Θεό οποιοδήποτε καλό επιτυγχάνει η ο,τι αγαθό τον χαρακτηρίζει, στρέφεται στον εαυτό του και τον ειδωλοποιεί.

Ο λαός μας λέει «κάνε το καλό και ριξ’ το στο γυαλό»! Δηλαδή, το καλό που θα κάνεις κρυψ’ το τόσο καλά, ώστε να εξαφανιστεί, για να φανεί στα μάτια του Θεού. Στο τέλος της σημερινής περικοπής ο Χριστός μας μιλά για θησαυρό. Όχι επίγειο, ο οποίος αφού αποτελέσει αγώνα ζωής για ν’ αποκτηθεί, μετά καθίσταται αγωνία για τους κυρίους του, καθώς τους πνίγει ο φόβος μην τον χάσουν, μην τον βρουν και τους τον αρπάξουν.

Μιλά για ουράνιο θησαυρό, αποτελούμενο από όσα αγαθά εργάστηκε ο άνθρωπος στη ζωή του, ο οποίος δεν κινδυνεύει από κλέφτες, φθορά, ανώμαλες οικονομικές συγκυρίες κ.λπ., αλλά προσαυξάνεται με τεράστιο επιτόκιο ακριβώς γιατί ο χριστιανός αγαθοεργεί «εν τω κρυπτώ», υποχρεώνοντας έτσι τον Θεό να ανταποδώσει ασφαλώς τα απείρως πολλαπλάσια στην αιωνιότητα.

Με συγχωρητικότητα, νηστεία, πνευματική πρώτιστα και ελεημοσύνη να αρχίσουμε αδελφοί την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

                                                ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

   

Ἀριθμ. Πρωτ. 96

ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΗΡΙΟΣ

ΕΠΙ Τῌ ΕΝΑΡΞΕΙ

ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,

ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,

ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

* * *

Χάριτι τοῦ πανδώρου Θεοῦ, ἐφθάσαμεν καί ἐφέτος εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, εἰς τό στάδιον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων, διά νά καθάρωμεν ἑαυτούς, συνεργοῦντος τοῦ Κυρίου, ἐν προσευχῇ, ἐν νηστείᾳ καί ταπεινώσει, καί νά εὐτρεπισθῶμεν πρός ἔνθεον βίωσιν τῶν σεπτῶν Παθῶν καί ἑορτασμόν τῆς λαμπροφόρου Ἐγέρσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Μέσα εἰς ἕνα κόσμον πολλαπλῶν συγχύσεων, ἡ ἀσκητική πεῖρα τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποτελεῖ τιμαλφέστατον πνευματικόν κεφάλαιον, ἀνεξάντλητον πηγήν θεογνωσίας καί ἀνθρωπογνωσίας. Ἡ εὐλογημένη ἄσκησις, τό πνεῦμα τῆς ὁποίας διαποτίζει σύνολον τόν καθ᾿ ἡμᾶς τρόπον τοῦ βίου, – «Ἀσκητισμός εἶναι ὁλόκληρος ὁ Χριστιανισμός»-, δέν ἀποτελεῖ προνόμιον τῶν ὀλίγων ἤ τῶν ἐκλεκτῶν, ἀλλά «ἐκκλησιαστικόν γεγονός», κοινόν ἀγαθόν, κοινήν εὐλογίαν, καί κοινήν κλῆσιν διά πάντας ἀνεξαιρέτως τούς πιστούς. Οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες δέν εἶναι, βεβαίως, αὐτοσκοπός, δέν ἰσχύει ἡ ἀρχή «ἡ ἄσκησις διά τήν ἄσκησιν». Ὁ στόχος εἶναι ἡ ὑπέρβασις τοῦ ἰδίου θελήματος καί τοῦ «φρονήματος τῆς σαρκός», ἡ μετάθεσις τοῦ κέντρου τῆς ζωῆς ἀπό τήν ἀτομικήν ἐπιθυμίαν καί τό «δικαίωμα» εἰς τήν «οὐ ζητοῦσαν τά ἑαυτῆς» ἀγάπην, κατά τό βιβλικόν, «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος»[1].

Αὐτό τό πνεῦμα κυριαρχεῖ καθ᾿ ὅλην τήν μακράν ἱστορικήν πορείαν τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἰς τό Νέον Μητερικόν συναντῶμεν μίαν ὑπέροχον  περιγραφήν  αὐτοῦ τοῦ ἤθους τῆς παραιτήσεως ἀπό τό «ἐμόν» ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης: «Παρέβαλόν ποτε σκητιῶται τῇ ὁσίᾳ Σάρρᾳ, ἡ δέ παρέθηκεν αὐτοῖς κανίσκιον μετά χρειῶν˙ οἱ δέ γέροντες ἀφέντες τά καλά, ἔφαγον τά σαπρά. Εἶπε δέ αὐτοῖς ἡ τιμία Σάρρα˙  ‘ὄντως ἐν ἀληθείᾳ, σκητιῶταί ἐστε’»[2]. Αὐτή ἡ κατανόησις καί ἡ θυσιαστική χρῆσις τῆς ἐλευθερίας εἶναι ξένη πρός τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας, τό ὁποῖον ταυτίζει τήν ἐλευθερίαν μέ ἀτομικάς διεκδικήσεις καί δικαιωματισμόν. Ὁ σύγχρονος «αὐτόνομος» ἄνθρωπος δέν θά ἔτρωγε τούς σαπρούς καρπούς, ἀλλά τούς καλούς, καί θά ἦτο βέβαιος ὅτι τοιουτοτρόπως ἐκφράζει καί χρησιμοποιεῖ αὐθεντικῶς καί ὑπευθύνως τήν ἐλευθερίαν του.

Εἰς τό σημεῖον αὐτό εὑρίσκεται ἡ ὑψίστη ἀξία τῆς ὀρθοδόξου θεωρήσεως τῆς ἐλευθερίας διά τόν σύγχρονον ἄνθρωπον. Πρόκειται περί μιᾶς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία δέν ἀπαιτεῖ ἀλλά μοιράζεται, δέν διεκδικεῖ ἀλλά θυσιάζεται. Ὁ ὀρθόδοξος πιστός γνωρίζει ὅτι ἡ αὐτονομία καί αὐτάρκεια δέν ἀπελευθερώνουν τόν ἄνθρωπον ἀπό τόν κλοιόν τοῦ ἐγώ, τῆς αὐτοπραγματώσεως καί τῆς αὐτοδικαιώσεως. Ἡ ἐλευθερία, «ᾗ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσεν»[3], ἐνεργοποιεῖ τάς δημιουργικάς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, πραγματώνεται ὡς ἄρνησις τοῦ αὐτοεγκλεισμοῦ, ὡς ἀπροϋπόθετος ἀγάπη καί κοινωνία τῆς ζωῆς.

Τό ὀρθόδοξον ἀσκητικόν ἦθος δέν γνωρίζει διχασμούς καί δυϊσμούς, δέν ἀπορρίπτει τήν ζωήν, ἀλλά τήν μεταμορφώνει. Ἡ δυϊστική θεώρησις καί ἀπόρριψις τοῦ κόσμου δέν εἶναι χριστιανική. Ὁ γνήσιος ἀσκητισμός εἶναι φωτεινός καί φιλάνθρωπος. Εἶναι χαρακτηριστικόν τῆς ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας, ὅτι ἡ περίοδος τῆς νηστείας εἶναι διαποτισμένη ἀπό σταυροαναστάσιμον χαράν. Καί οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες τῶν ὀρθοδόξων, ὅπως καί συνολικῶς ἡ καθ᾿ ἡμᾶς πνευματικότης καί ἡ λειτουργική ζωή, ἀναδίδουν τό ἄρωμα καί τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Σταυρός εὑρίσκεται εἰς τό κέντρον τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, δέν εἶναι ὅμως τό τελικόν σημεῖον ἀναφορᾶς τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι ἡ ἀνεκλάλητος χαρά τῆς Ἀναστάσεως, ὁδόν πρός τήν ὁποίαν ἀποτελεῖ ὁ Σταυρός. Κατά ταῦτα, καί εἰς τήν περίοδον τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ βιωματική πεμπτουσία τῶν Ὀρθοδόξων παραμένει ὁ πόθος τῆς «κοινῆς ἀναστάσεως».

Εὔχεσθε καί προσεύχεσθε, τιμιώτατοι ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ, νά ἀξιωθῶμεν, ἄνωθεν ἐπινεύσει καί ἀρωγῇ, πρεσβείαις δέ τῆς Ἁγιοπρώτου Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων, νά διατρέξωμεν χριστοπρεπῶς καί χριστοτερπῶς τόν δόλιχον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀσκοῦντες μετ᾿ εὐφροσύνης, ἐν ὑπακοῇ πρός τόν κανόνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, τό «κοινόν ἄθλημα» τῆς παθοκτόνου νηστείας, προσκαρτεροῦντες τῇ προσευχῇ, βοηθοῦντες τοῖς πάσχουσι καί τοῖς ἐν ἀνάγκαις, συγχωροῦντες ἀλλήλοις καί «ἐν παντί εὐχαριστοῦντες»[4], διά νά προσκυνήσωμεν εὐσεβοφρόνως τά «Ἅγια καί Σωτήρια καί Φρικτά Πάθη» καί τήν ζωηφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾯ ἡ δόξα καί τό κράτος καί ἡ εὐχαριστία εἰς τούς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιθ´

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν

 

 

 

[1] Α’ Κορ. ι’, 24.

[2] Π. Β. Πάσχου (ἐπιμ.), Νέον Μητερικόν (Ἀθῆναι: ἐκδ. Ἀκρίτας, 1990), 31.

[3] Γαλ. ε’, 1.

[4] Πρβλ. Θεσσ. ε’, 18.