Υποτίμηση: Φιτίλι 225 δισ. δολ. το βάρος του χρέους σε δολάριο των εταιρειών

Της Νατάσας Στασινού
nstas@naftemporiki.gr 

Το φθηνό νόμισμα τείνει να προσφέρει στήριγμα σε οικονομίες που περνούν κρίση, δίνοντας ώθηση στις εξαγωγές και τον τουρισμό. Γιατί λοιπόν η υποτίμηση της λίρας κατά περίπου 28% από τις αρχές του έτους «καίει» την τουρκική οικονομία; Η απάντηση κρύβεται σε ένα φιτίλι ύψους 225 δισ. δολαρίων. Δεν είναι άλλο από το βάρος του χρέους σε δολάριο, που καλούνται να σηκώσουν οι τουρκικές επιχειρήσεις.

Η γειτονική χώρα, αν και ανήκει σταθερά στις οικονομίες με χαμηλό δημόσιο χρέος, βλέπει τον δανεισμό επιχειρήσεων και δευτερευόντως νοικοκυριών να «φουσκώνει» και να κινδυνεύει να σκάσει απότομα. Βιώνει τον τελευταίο χρόνο τη δική της νομισματική κρίση και κρίση χρέους – έστω και ιδιωτικού.

Οι τουρκικές επιχειρήσεις έχουν στα βιβλία τους δάνεια 336 δισ. δολαρίων σε ξένο νόμισμα (κυρίως σε δολάρια). Πρόκειται για επίπεδα ρεκόρ. Ακόμη και εάν υπολογίσουμε το ενεργητικό τους σε ξένο νόμισμα, μένει καθαρό χρέος ύψους περίπου 225 δισ. δολαρίων, του οποίου το κόστος εξυπηρέτησης αυξάνεται ταχύτατα μέρα με τη μέρα, καθώς συνεχίζεται ο κατήφορος της λίρας.

Remaining Time-0:32
Fullscreen
Unmute

Πριν από λίγους μήνες, πριν ακόμη λάβει τις σημερινές διαστάσεις η υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος, σε δηλώσεις του στο Βloomberg ο Πολ Μακναμάρα, διευθυντής του fund GAM Uk, προειδοποιούσε ότι τα στοιχεία για την Τουρκία αρχίζουν να θυμίζουν επικίνδυνα τα δεδομένα της ασιατικής κρίσης χρέους του 1997.

Η τουρκική οικονομία «έτρεξε» με ρυθμούς 7,4%, τους υψηλότερους μεταξύ των 20 μεγαλύτερων ανεπτυγμένων και αναδυόμενων αγορών, το 2017. Ωστόσο, η ταχεία ανάπτυξη συνοδεύεται από εκρηκτικό πληθωρισμό (ξεπέρασε το 15% τον Ιούνιο) και ένα φουσκωμένο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο μέσα στον Μάιο διευρύνθηκε κατά 516 εκατ. δολάρια, στα 5,88 δισ. δολάρια. Το έλλειμμα δωδεκαμήνου ανέρχεται έτσι στα 57,6 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία της τουρκικής κεντρικής τράπεζας. Υπενθυμίζεται ότι το 2017 το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας ήταν 47,3 δισ. και το 2016 μόλις 33,1 δισ. δολάρια. Σε σχέση με το 2010, δε, έχει υπερδιπλασιαστεί.

Η Τουρκία χρειάζεται περίπου 200 δισ. δολάρια ετησίως για να χρηματοδοτεί το μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το χρέος που ωριμάζει, αντιμετωπίζοντας μάλιστα τον κίνδυνο να δει τις εισροές κεφαλαίων να στερεύουν σε μία περίοδο κατά την οποία οι επενδυτές εγκαταλείπουν τις αναδυόμενες αγορές. Τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος της χώρας έχουν συρρικνωθεί σε μόλις 85 δισ. δολάρια, οπότε δεν επαρκούν ως μαξιλάρι.

Το εταιρικό χρέος είναι το μεγαλύτερο αγκάθι όλων. Είναι υπερδιπλάσιο σε σχέση με το 2009 και ανεβάζει το συνολικό εξωτερικό χρέος της Τουρκίας στα 453,2 δισ. δολάρια.

Ενδεικτικά της υπερβολικής μόχλευσης των τελευταίων ετών είναι τα στοιχεία για την προσφορά χρήματος. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 16% τη διετία 2014-2015 και από το 2016 αυξάνεται με ρυθμό 18%. Ειδικοί υπολογίζουν ότι για να επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης του πληθωρισμού κοντά στο 5%, ο ρυθμός αύξησης της προσφοράς χρήματος πρέπει να περιοριστεί τουλάχιστον στο 13%.

Αυξήσεις επιτοκίων και ακίνητα
Η αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα κατά 500 μονάδες βάσης από τον περασμένο Απρίλιο έχει οδηγήσει σε επακόλουθη αύξηση των επιτοκίων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις κοντά στο 20%. Οι επιπτώσεις γίνονται ήδη αισθητές στην αγορά ακινήτων. Τον Μάρτιο, με τις νέες χορηγήσεις ενυπόθηκων δανείων να μειώνονται 35%, οι πωλήσεις κατοικιών έκαναν βουτιά 14%. Υπολογίζεται ότι σήμερα περίπου 2 εκατομμύρια ακίνητα (κατοικίες) ανά τη χώρα μένουν απούλητα.

Οι μεγάλες πιέσεις για τις τράπεζες, όμως, έρχονται από την αδυναμία επιχειρηματικών κολοσσών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Αρκετές μεγάλες εταιρείες – σύμβολα της ραγδαίας ανάπτυξης των προηγούμενων δεκαετιών προχωρούν σε αναδιάρθρωση των χρεών τους σήμερα.

Το χρονικό αναταράξεων
Το πρώτο μεγάλο «μπαμ» ακούστηκε στις 12 Φεβρουαρίου της φετινής χρονιάς, όταν η Yildiz Holding κατέθεσε απροσδόκητο αίτημα για αναδιάρθρωση δανείων ύψους 7 δισ. δολαρίων. Περίπου 10 ημέρες αργότερα, οικονομικός σύμβουλος του Ερντογάν κατηγορούσε τις πολιτικές του ΔΝΤ για τη διαφαινόμενη πιστωτική κρίση.

Εν μέσω αντιπαραθέσεων στους κόλπους της τουρκικής κυβέρνησης, ο τότε υπουργός Οικονομίας και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κατέθεσε τον Απρίλιο την παραίτησή του, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή. Τον ίδιο μήνα ακόμη μία μεγάλη επιχείρηση, η Dogus Holding, κατέθετε αίτηση για αναδιάρθρωση χρέους περίπου 5,8 δισ. δολαρίων.

Στις 18 Απριλίου προκηρύχθηκαν οι εκλογές της 24ης Ιουνίου και ακολούθησαν αλλεπάλληλες φραστικές επιθέσεις του Ερντογάν κατά της κεντρικής τράπεζας και των υψηλών επιτοκίων, αλλά και κατά των οίκων αξιολογήσεων, που χτυπούσαν συνεχώς καμπανάκια.

Στις 23 Μαΐου ήρθε η πρώτη δραματική αύξηση του βασικού επιτοκίου στο 16,5%. Μένει να φανεί εάν στη συνεδρίαση του Ιουλίου θα κάνει ακόμη ένα τολμηρό βήμα.

Παραμονές των εκλογών είχαμε ακόμη μία είδηση-σοκ. Στελέχη εταιρείας που είχε δημιουργήσει το «εθνικό κρυπτονόμισμα» Turcoin, αφού εξαπάτησαν χιλιάδες στο πλαίσιο σχήματος ponzi, διέφυγαν στο εξωτερικό με περίπου 1 δισ. λίρες στις αποσκευές τους.

Στις αρχές Ιουλίου οι πιέσεις που δέχεται ο τουρκικός επιχειρηματικός κόσμος έγιναν ακόμη πιο ορατές. Ήρθαν στο φως πληροφορίες που θέλουν την Turk Telekom, τη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεφωνίας στη χώρα, να περνάει στον έλεγχο τοπικών και ξένων τραπεζών, εξαιτίας της αδυναμίας της να πληρώσει τα χρέη της. Παράλληλα έγινε γνωστό ότι η ενεργειακή Bereketi Enerji αναζητά αγοραστές για εργοστάσιά της, καθώς βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για αναδιάρθρωση δανείων 4 δισ. δολαρίων.