Γράφει ο Ceteris Paribus

Πρώτα το «Μακεδονικό» και ύστερα η Novartis, δεν επέτρεψαν να αξιολογηθεί η σημασία του «κραχ» στη Wall Street. Δεν είναι η πρώτη φορά που τα θεάματα της εγχώριας πολιτικής σκηνής απορροφούν όλη την ενέργεια του πολιτικού και μιντιακού συστήματος και εξορίζουν τα σημαντικά στις πίσω σελίδες των «ειδικών» ρεπορτάζ – εν προκειμένω στα «διεθνή οικονομικά». Όμως εδώ δεν μιλάμε για κάτι που συμβαίνει «αλλού», αλλά για το δικό μας, της Ευρώπης και της Ελλάδας, «υπαρξιακό» αύριο.

Το διπλό «κραχ» (5 και 8 Φεβρουαρίου) και η εβδομάδα αναταραχής στη Wall Street πυροδοτήθηκαν από ένα καλό νέο: την αύξηση των θέσεων εργασίας – μείωση της ανεργίας στις ΗΠΑ που έφεραν αύξηση του πληθωρισμού. Είναι επίσης γνωστό γιατί αυτό προκάλεσε το «κραχ» και την αναταραχή στις αμερικανικές αγορές: διότι προεξοφλεί τολμηρότερες αυξήσεις επιτοκίων του δολαρίου και γρηγορότερη εξέλιξη του tapering από την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ. Επειδή όλα αυτά ακούγονται πολύ τεχνικά και ενδεχομένως είναι δυσνόητα για τους μη εξοικειωμένους με τα οικονομικά, να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται: το τέλος της εποχής -και της πολιτικής- του φτηνού χρήματος έρχεται με… απειλητικά γρηγορότερους ρυθμούς.

Μια «ανώμαλη» κατάσταση

Το φτηνό χρήμα (πολύ χαμηλά ή και μηδενικά επιτόκια και «κόψιμο» χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες) βύθισε τα προηγούμενα χρόνια τις αποδόσεις τους στα τάρταρα. Σε πολλές περιπτώσεις και για μεγάλα διαστήματα έγιναν έως και αρνητικές, που σημαίνει ότι υπήρξαν χώρες που οι δανειστές τους τις πλήρωναν για να τις δανείσουν (χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Γερμανίας)! Το αποτέλεσμα ήταν οι επενδυτές (κι όχι μόνο τα hedge funds αλλά και τα ασφαλιστικά επενδυτικά ταμεία) να στραφούν στις μετοχές.

Η συντονισμένη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάκαμψη (στις ΗΠΑ από το 2010-2011, στην Ευρώπη από το 2012-2013), ιδιαίτερα από τα μέσα του 2016 και ύστερα, αλλά και η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ με ένα φιλοεπιχειρηματικό πρόγραμμα, οδήγησαν τις μετοχές σε δυσθεώρητα ύψη και σε κατάρριψη όλων των ιστορικών ρεκόρ ανόδου στα χρηματιστήρια των μετοχών.

Ως αποτέλεσμα, η συζήτηση για μεγάλες «φούσκες» στις αγορές παραμένει hot σε όλο το διεθνή Τύπο εδώ και έναν τουλάχιστον χρόνο.

Στον αντίποδα, οι αποδόσεις των ομολόγων καθηλώθηκαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Τράπεζες και ασφαλιστικά επενδυτικά ταμεία, που εξαρτώνται από το χαρτοφυλάκιο ομολόγων που χρησιμοποιούν, είδαν τα κέρδη τους από τα ομόλογα να εξανεμίζονται ή και να μετατρέπονται σε ζημίες, με αποτέλεσμα να στραφούν επίσης στις μετοχές ή και σε προϊόντα υψηλότερου ρίσκου.

Εν ολίγοις, η πολιτική των κεντρικών τραπεζών έσπρωξε ακόμη και τους… «αγίους» στις μετοχές και σε προϊόντα υψηλού ρίσκου, δημιουργώντας επικίνδυνες «φούσκες» στις αγορές. Επρόκειτο για πείραμα πρωτοφανές στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, που όμως δεν μπορεί πλέον να συνεχιστεί.

Ήρθε έτσι η ώρα της μετάβασης σε και νέα ισορροπία, στο πλαίσιο της οποίας η παγκόσμια οικονομία πρέπει να αποτοξινωθεί από τον μακρόχρονο εθισμό στο φτηνό χρήμα. Το ερώτημα που απασχολεί όλους είναι αν η… αποτοξίνωση θα είναι πολύ οδυνηρή και ποια θα είναι η ένταση των… στερητικών σπασμών…

Από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη…

Σε κάθε περίπτωση, είμαστε στην αρχή αυτής της μετάβασης και… αποτοξίνωσης και το 2018 προβλέπεται έτος-σταθμός. Η ομοσπονδιακή κεντρική αμερικανική τράπεζα προβλέπεται ότι θα αυξήσει φέτος τρεις φορές τα επιτόκια του δολαρίου και θα «μαζέψει» τον ισολογισμό της ο οποίος «ξεχείλωσε» με την «ποσοτική χαλάρωση».

Όλα αυτά αναπόφευκτα θα έρθουν στην Ευρώπη. Μέσα στο 2018 ή, το αργότερο, στο πρώτο εξάμηνο του 2019. Αυτές τις μέρες, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια γνώρισαν τη δική τους πτώση, όχι όμως τόσο έντονη όσο των αμερικανικών. Ο λόγος δεν είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι πιο εύρωστη από την αμερικανική, αλλά ότι τη συγκεκριμένη στιγμή η αναταραχή στις ευρωπαϊκές αγορές είναι εισαγόμενη από τις ΗΠΑ και δεν έχει εσωτερικές αιτίες.

Στην Ευρώπη, το τέλος της πολιτικής του φτηνού χρήματος (των μηδενικών επιτοκίων και της «ποσοτικής χαλάρωσης») από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει προαναγγελθεί, αλλά ακολουθεί την πολιτική της FED με διαφορά φάσης περίπου εννέα μηνών – ενός έτους.

Η ΕΚΤ θα αν αναγκαστεί να ακολουθήσει τις αυξήσεις επιτοκίου της FED από τα μέσα του έτους. Τότε θα έρθει η ώρα να «χτυπήσουν» πρωτογενώς τα… στερητικά σύνδρομα τις ευρωπαϊκές αγορές. και τότε θα μετρήσουν τρία πράγματα που (θα) κάνουν την κατάσταση στην Ευρώπη δυσκολότερη απ’ ό,τι και στις ΗΠΑ:

Πρώτο, το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι πιο αδύναμες και εκτεθειμένες στα «κόκκινα» δάνεια σε σχέση με τις αμερικανικές.

Δεύτερο, το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή οικονομία δεν ανέκαμψε τόσο δυναμική όσο η αμερικανική.

Τρίτο, το γεγονός ότι το «πολιτικό ρίσκο» στην Ευρώπη (προβλήματα στη λεγόμενη ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, πολιτικά προβλήματα σε ισχυρές χώρες) είναι μεγαλύτερο.

Όταν η ενδογενής αναταραχή στις αγορές «χτυπήσει» την Ευρώπη, τα πράγματα θα είναι πιθανότατα πιο δύσκολα σε σχέση με τις ΗΠΑ…

Όμως, τα προβλήματα δεν τελειώνουν εδώ. Πέρα από την αναταραχή που προκαλεί η δύσκολη μετάβαση από τη φτηνό στο ακριβό χρήμα, το 2019 αναμένεται για τη διεθνή και ευρωπαϊκή ιδιαίτερα οικονομία, μία ακόμη μεγάλη πρόκληση: το τέλος του κύκλου της διεθνούς ανάκαμψης. Σε μια τέτοια συνθήκη, όλα όσα είπαμε μέχρις εδώ, θα ισχύσουν στο τετράγωνο.

…κι από κει στην Ελλάδα

Το ερώτημα είναι, τι συνέπειες θα έχουν όλα αυτά για την Ελλάδα. Πρώτα, αναμένεται μια άμεση συνέπεια: πώς θα επηρεαστεί το «πακέτο» μετάβασης στη μεταμνημονιακή εποχή της επιτήρησης. Όσο περισσότερο δείξει τα δόντια της η χρηματιστηριακή αναταραχή τους επόμενους μήνες, τόσο πιο ενισχυμένη αναμένεται η μορφή της μεταμνημονιακής εποπτείας.

Κάτι τέτοιο θα είναι απαραίτητη μορφή εγγύησης προς τις αγορές ώστε σε μια περίοδο κλυδωνισμών να μην αποσύρουν το ενδιαφέρον τους από τα ελληνικά ομόλογα και να μην εκτιναχτεί το επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου – κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάρρευση το οικοδόμημα της μεταμνημονιακής ρύθμισης. Οι σοβαρότερες συνέπειες όμως θα είναι βραχυμεσοπρόθεσμες.

Όταν η αναταραχή στις ευρωπαϊκές αγορές γίνει ενδογενής, η Ελλάδα θα κινδυνεύσει πισωγύρισμα σε μνημονιακού τύπου μορφή στήριξης και επιτήρησης. Αν μάλιστα οι ευρωπαϊκές πολιτικές συνθήκες είναι δύσκολες ή πολύ περίπλοκες, δεν αποκλείονται και εξελίξεις χειρότερες και από αυτήν…

Ο κίνδυνος είναι τόσο σοβαρός και αξίζει ανάλογης προσοχής. Το ξαναλέω, παρόλο τον κίνδυνο να γίνω δυσάρεστος: το μέλλον θα καθοριστεί από αυτές τις προοπτικές, κι όχι από το «Μακεδονικό» και το σκάνδαλο Novartis, με τα οποία οι «θερμόαιμοι» του Νότου συνηθίζουν να περνάνε τον καιρό τους και να σπαταλούν όλη τους την ενέργεια…