4 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΓΗΣ

Η Ημέρα της Γης αποτελεί μια ημερομηνία κατά την οποία διοργανώνονται εκδηλώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο με στόχο την ευαισθητοποίηση σε περιβαλλοντικά θέματα. Συντονίζεται παγκοσμίως από το Δίκτυο Ημέρας της Γης (Earth Day Network)  και εορτάζεται σε περισσότερες από 175 χώρες κάθε χρόνο. To 2009, ταΗνωμένα Έθνη όρισαν τις 22 Απριλίου ως «Διεθνή Ημέρα της Μητέρας Γης». Η έμπνευση του θεσμού αποδίδεται στον ακτιβιστή Τζον ΜακΚόννελλ το 1969 σε ένα Συνέδριο της UNESCO στο Σαν Φρανσίσκο. Εκδηλώσεις έλαβαν χώρα για πρώτη φορά στο Σαν Φρανσίσκο και άλλες πόλεις στις 21 Μαρτίου 1970, ημέρα της εαρινής ισημερίας στο Βόρειο Ημισφαίριο.

Συμμετέχοντας στη Διεθνή Ημέρα της Μητέρας Γης παραθέτουμε τέσσερα ποιήματα νεοελλήνων ποιητών (Ν. Βρεττάκου, Κ. Δημουλά και Οδ. Ελύτη κι ένα δικό μου).

Ως ευκαιρία για σκέψη και προβληματισμό .

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ –

ΜΗ ΜΟΥ ΣΚΟΤΩΝΕΤΕ ΤΗΣ ΓΗΣ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

 «Μη μου σκοτώσετε το νερό.

Μη μου σκοτώσετε τα δέντρα.

Μη μου ξεσκίστε αυτές τις θείες σελίδες

που τις γράψανε τ’ ασύλληπτο φως

κι ο ασύλληπτος χρόνος

κι όπου σταθώ με περιβάλλουν.

Μη μου σκοτώσετε της γης το ποίημα!…

Επιστρατέψετε την αιωνιότητα,

ανάβοντας το άστρο: «Αγάπη».

Επιστρατέψετε την αιωνιότητα,

ανάβοντας ψηλότερα απ’ όλα,

πάνω απ’ το έτοιμο βάραθρο,

το άστρο: «Ανθρώπινο μέτωπο!».

Σας παρακαλούμε:

Αφήστε μας τα πράγματα.

Μη μας τα καίτε.

Αφήστε τα έντομα να βρίσκουνε τ’ άνθη τους.»

 

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ – ΑΓΓΕΛΙΕΣ

Διατίθεται ἀπόγνωσις
εἰς ἀρίστην κατάστασιν,
καὶ εὐρύχωρον ἀδιέξοδον.
Σὲ τιμὲς εὐκαιρίας.

Ἀνεκμετάλλευτον καὶ εὔκαρπον
ἔδαφος πωλεῖται
ἐλλείψει τύχης καὶ διαθέσεως.

Καὶ χρόνος
ἀμεταχείριστος ἐντελῶς.

Πληροφορίαι: Ἀδιέξοδον
Ὥρα: Πᾶσα.

 

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ – ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ (απόσπασμα)

Έχω δει πολλά και η γη μες απ’ το νου μου φαίνεται ωραιότερη

Ώραιότερη μες στους χρυσούς ατμούς

Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα

Τα μπλάβα των ισθμών και οι στέγες μες στα κύματα

Ωραιότερες οι αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς

Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά

της θάλασσας

Έτσι σ’ έχω κοιτάξει που μου αρκεί

………………………………………………..

Μόνος και ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί

νεογέννητο

Μόνος, και ας είμ’ εγώ η πατρίδα που πενθεί

Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σου κρατεί δαφνόφυλλο

Μόνος, ο αέρας δυνατός και μόνος τ’ ολοστρόγγυλο

Βότσαλο στο βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού

Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στους καιρούς τον Παράδεισο !

 

ΘΑΝΑΣΗ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ – ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΓΗΣ

Ένα βιβλίο αδιάβαστο στην άκρη περιμένει

–          Πότε θα ρθει η ώρα; ρωτάς.

Ο παππούς τ’ άφησε για ώρα ανάγκης – να τ’ ανοίξεις.

Φοβάσαι μη  και το ’φαγαν σκουλήκια

και χάθηκαν τα γράμματα.

Με την ταχύτητα του φωτός

εικόνες θα φτάσουν πίσω,  για να δεις

πώς ήταν τα γράμματα και οι περισπωμένες.

Τώρα υποψιάζεσαι μόνο τρύπες και μουτζούρες,

αν τ’ ανοίξεις.

Αδιάβαστο κι αγνώριστο

το βιβλίο  της Μάνας Γης.

Κλειστό χειρότερο πάντως είναι!

ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

 

Εισήγηση – 7 Σεπτεμβρίου 2016

ΓΙΟΡΤΕΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ

Του Θανάση Μουσόπουλου

Φιλόλογου – Συγγραφέα – Ποιητή

 

  Πολλοί είναι οι φίλοι και οι φίλες αρμένιοι με τους οποίους στις δεκαετίες της ζωής μου ανέπτυξα φιλία ή  συνεργάστηκα. Σταδιακά συνειδητοποίησα ότι η εδώ παρουσία της Αρμενικής Κοινότητας έχει ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Επιπλέον τα τελευταία χρόνια φωτίστηκε μέσα μου αυτό που λέγεται Γενοκτονία των Αρμενίων. Ζούμε με αυτούς τους ανθρώπους και δεν τους ξέρουμε κατ¨ουσίαν. Η ιδέα της σημερινής εκδήλωσης γεννήθηκε σαν ανάγκη από τη συμμετοχή μου σε διάφορες εκδηλώσεις των αρμενίων στο Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης αλλά και στην αίθουσα της ίδιας της κοινότητας. Η ταινία «Η Μαχαιρία» του Φατίχ Ακίν ήταν για μένα μεγάλο σοκ.

Η εκδήλωση τούτη είναι ΟΦΕΙΛΗ – ΒΑΘΙΑ ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ στους Αρμένιους και στις Αρμένισσες της Ξάνθης.

*

Μέσα στα φιλολογικά και λογοτεχνικά ενδιαφέροντά μου ανήκει η ενασχόλησή μου με την αρμενική ποίηση.

Το 1983/4 δημοσίευσα μια σειρά άρθρων με τίτλο «Κοινωνική ποίηση του εικοστού αιώνα» στην εφημερίδα «Αγώνας» του Νίκου Γεωργιάδη. Τον Απρίλιο και Μάιο του 1984 με την ευκαιρία των 69 χρόνων από τη βάρβαρη και απάνθρωπη γενοκτονία των Αρμενίων αναφέρθηκα στην Αρμενική Ποίηση. Το θετικό είναι ότι στα χρόνια που πέρασαν από την πρώτη δημοσίευση πολλά έχουν αλλάξει. Πολλές χώρες – και η δική μας – έχουν αναγνωρίσει τη γενοκτονία. Και στην ίδια την Τουρκία υπάρχουν κάποιες φωνές αντίστασης, έγιναν κάποια δειλά, ανολοκλήρωτα βήματα.

 

Οι όποιοι κατακτητές όσο και να αλλοιώνουν τα υλικά στοιχεία ενός πολιτισμού, τους ναούς, τα αγάλματα, τις εικόνες, είναι αδύνατο να βγάλουν από τη μια μέρα στην άλλη το τραγούδι, το παραμύθι και το στίχο από το στόμα του απλού ανθρώπου. Η Αρμενική ποίηση υπάρχει και συνεχίζει τη σταδιοδρομία της σε όλο τον πλανήτη και είναι ένας αψευδής μάρτυρας για τα μαρτύρια ενός λαού, που τα δίκαιά του παρασιωπούνται ή χαντακώνονται μπροστά στα συμφέροντα.

*

Η αρμενική ποίηση έχει ζωή 2500 χρόνια,  παίρνοντας μορφή  επική και λυρική, δύο απόψεις της ολόθερμης αρμενικής λαϊκής ψυχής.

Από το 301 μ.Χ. που επισημοποιείται ο Χριστιανισμός στην Αρμενία έχουμε μια αναβάθμιση της ποίησης. Το 406 δημιουργείται το αρμενικό αλφάβητο από τον Μεσρώπ Μαστότς και ο 5ος αιώνας που ακολουθεί είναι ο ‘χρυσός αιώνας’ των αρμενικών γραμμάτων.

Τα  μέσα χρόνια  οπότε έχουμε και τις απαρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας με την Ακριτική ποίηση, ανάλογα στην αρμενική ποίηση έχουμε το λαϊκό  έπος «Σασουντσί  Ταβίτ». Ακολουθεί μια άνθιση, κύρια της λυρικής ποίησης. Συνεχίζεται η πορεία της αρμενικής ποίησης με λαϊκούς τροβαδούρους, ποιητές της αγάπης και του πάθους, του ερωτισμού.

Τα γράμματα και οι τέχνες ανθούν κυρίως στα μοναστήρια.   Δημιουργούνται τυπογραφεία και έχουμε μια γενικότερη αναγέννηση των αρμενικών γραμμάτων.

Ο 19ος αιώνας είναι περίοδος διαμελισμού της Αρμενίας ανάμεσα στη Ρωσία, Περσία και Τουρκία. Οι Τούρκοι όμως άρχισαν συστηματικά σφαγές που κορυφώθηκαν στα 1915 με σφαγή κοντά δύο εκατομμυρίων Αρμενίων, καταστροφή μοναστηριών και όλων των πολιτιστικών στοιχείων και μνημείων.

Η αρμενική ποίηση όμως παραμένει, αψευδής μάρτυρας της μαρτυρικής αρμενικής ψυχής.

Στη σημερινή φθινοπωρινή σύναξη θα προσεγγίσουμε με αγάπη την ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ. Στα ελληνικά αξιόλογη Ανθολογία Αρμενικής Ποίησης παρουσίασε στα 1939 ο Κούλης Αλέπης. Επίσης έχουμε υπόψη την ανθολόγηση της Ρίτας Μπούμη Παππά στη “Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία” (τ. Γ΄ , σελ. 1257 – 1277). Βασικότερο βοήθημά μας είναι η “Αρμενική Ανθολογία” του Αγκόπ Τζελαλιάν (έκδοση 1982) όπου σε τριακόσιες περίπου σελίδες παρουσιάζεται η ποίηση δυόμιση χιλιάδων χρόνων, καθώς επίσης και βιογραφικά στοιχεία των ποιητών και σχετικές φωτογραφίες.

Η Βιβλιογραφία όσον αφορά την ιστορία, τον πολιτισμό και τη λογοτεχνία των Αρμενίων στα ελληνικά πλουτίζεται. Το ενδιαφέρον αυξάνει. Οφείλω να σημειώσω τη σημαντική δουλειά που γίνεται στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Αναφέρω ιδιαίτερα τον τόμο του 2015:  με συνεπιμέλεια) των  Μ. Γ. Σέργη Ελ. Κ. Χαρατσίδη και Γαρυφ. Γ. Θεοδωρίδου, Από το Αραράτ στον Όλυμπο. Θέματα Αρμενικής Λαογραφίας, εκδ. Αντ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη, σσ. 783. Η νέα ξανθιώτισσα λαογράφος ασχολείται εκτεταμένα με πολιτισμικά θέματα της τοπικής κοινωνίας εν γένει και των αρμενίων ιδιαιτέρως.

 

*

 

 

Θα περάσουμε στη συνέχεια σε εκπροσώπους της αρμενικής ποίησης των τελευταίων εκατό χρόνων. Μελετώντας τα θέματα και ερευνώντας τις πηγές ένα σημαντικό συμπέρασμα  είναι πως μεγάλο μέρος των ποιητών ανδρών και γυναικών γεννήθηκαν ή έζησαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου προ της Γενοκτονίας και της Μικρασιατικής Καταστροφής η Αρμενική παρουσία ήταν πολυσήμαντη.

 

*

Ο Τανιέλ Βαρουζάν (1884 – 1915) σπούδασε λογοτεχνία και φιλοσοφία και έγραψε τις συλλογές «Τα ρίγη», «Η καρδιά της φυλής», «Το τραγούδι του ψωμιού» και το αριστούργημά του «Οι παγανιστικές ωδές». Το 1915 εξορίστηκε από τους Τούρκους και βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Ένα απόσπασμα από ποίημά του:

ΣΦΑΓΗ

Κλάψε Αρμενία, ω δύστυχη γυναίκα εσύ, ξερρίζωσε τα μαύρα μαλλιά.

Απάνω στο κεφάλι σου το πλανεμένο,

ζεστές ζεστές στάχτες  σκόρπα

κλάψε και σκισ’ τα στήθια που μας βύζαξαν

κι ας τρέξει από τις φλέβες σου

όργητας φαρμάκι του Τάμεση, του Ρήνου και του Βόλγα χολή, στις όχτες να γεμίσει,

ως να μαυρίσουν κι εκεί, που σε δίκασαν

Πιλάτοι τα χέρια τους νίψανε και την ψυχή.

 

Ο Τανιέλ Βαρουζάν ο μάρτυρας ποιητής της αρμενικής υπόθεσης μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και συμπεριλαμβάνεται σε όλες τις παγκόσμιες ανθολογίες, γιατί το έργο του είναι χαρακτηριστικό.

Ο πόνος και η νοσταλγία για την Πατρίδα  είναι έντονος στους διασπαρμένους σε όλη την υφήλιο αρμενίους.

Ο Βαχάν Τεκεγιάν (1877 – 1945) Κωνσταντινουπολίτης που έζησε πολλά χρόνια στο Κάιρο, όπου και πέθανε. Έγραψε περίφημα σονέτα.

Στων ξένων μέσα των παιδιών τα βλέμματα  και την καρδιά,

τρέμοντας ο έρμος, το ίδιο μου παιδάκι θα γυρεύω

κι άγνωστος, μπρος στα μάτια τους,  μια μέρα, θα χαθώ…

Ο Συμβολισμός σ’ άλλους ποιητές της αρμενικής ποίησης είναι όχι μόνο αναγκαίος αλλά και πετυχημένος τρόπος άμυνας.

Ο Σιαμαντό (1878 – 1915), ψευδώνυμο του Αντάμ Γιαρτζανιάν, είναι από τους επιφανέστερους ποιητές και εισηγητής του συμβολισμού στην αρμενική ποίηση. Βρήκε τραγικό θάνατο στις σφαγές του 1915. Η ποίησή του είναι ποτισμένη από το αίμα του λαού του και από έναν βαθύτατο ανθρωπισμό.

Στον κήπο ο μαύρος συρφετός μαζεύτηκε ένα γύρο.

Ένας αγριάνθρωπος κραύγασε ξάφνου στις νιές.

 

«Πρέπει να χορέψετε, πρέπει να χορέψετε στο ρυθμό του ταμπούρλου».

Οι καμτσικιές αρχίσαν να κροταλίζουν  μανιασμένα

Πάνω στα σώματα των χαροταγμένων γυναικών…

Οι νιές πιασμένες χέρι χέρι στήσαν κυκλικό  χορό…

Ενώ τα μάτια τους σαν από πληγές δάκρυα στάζαν.

Σ’ ένα άλλο ποίημά του ξαναγυρνά στο θέμα της νοσταλγίας :

Σπίτι πατρικό, σαν πεθάνω, πίστεψέ το

πάνω στα μαύρα σου χαλάσματα, η ψυχή μου

σαν ξενιτεμένη θα γυρίσει δεκαοχτούρα,

της δυστυχίας της το τραγούδι θα μοιρολογεί

Και μία γυναικεία ποιητική φωνή, η Σιμπύλ (1893 – 1934) που ασχολήθηκε με το μυθιστόρημα και τη δημοσιογραφία. Η ποίησή της χαρακτηρίζεται από ευγένεια, μουσικότητα, λιτότητα, ονειροπόληση.

Μες στη σιωπή της σκοτεινής της νύχτας βυθισμένη,

γερτή πλάι στο παράθυρο, πικρά ονειροπολώ

……………………………………………….

Και ψιθυρίζω : «Ω! θάλασσα γλυκιά, σε μακαρίζω

Που τον αγέρα, ελεύθερα, σαν σε τραβά, ακλουθάς…».

 

Από τη μεγάλη ομάδα των σύγχρονων ποιητών οφείλουμε να αναφέρουμε αυτούς που αναπτύχθηκαν και αναδείχθηκαν στη δημοκρατία της Αρμενίας.

Ο Εγισέ Τσάρεντς (1887 – 1937) είναι από τους πιο καταξιωμένους και πρωτοποριακούς ποιητές του εικοστού αιώνα. Διακήρυξε :

Αρμενικέ λαέ, η σωτηρία σου έγκειται

στη συλλογική σου δύναμη.

Ο ύμνος στην Αρμενία κλείνει με το δίστιχο:

Χιονόλευκη βουνοκορφή σαν τ’ Αραράτ

άλλη δεν έχει

σύμβολο δόξας που αγαπώ πιότερο

απ’ όλες τις κορφές!

Ο Οβαννές Σιράζ (1915 – 1984), ο Κεβόρκ Εμίν  (1919 – 1998) και ο Μπαρουίρ Σεβάκ (1924 – 1971) είναι από τους σύγχρονους ποιητές που παρουσίασαν το έργο τους στην τότε Σοβιετική Αρμενία.

Ο Σιράζ πάλι μιλά για το Αραράτ, σύμβολο της αρμενικής ψυχής και του αγώνα του αρμενικού λαού :   Όμορφο που ‘σαι Αραράτ, ψυχή μου,

σαν τ’ όνειρό μου άσπιλο κι αιθέριο

όμορφο που ‘σαι πάτριο βουνό μου

σαν την πατρίδα μου αγνή κι αιώνια.  

Ο Κεβόρκ Εμίν – έγραφε και σενάρια κινηματογραφικών ταινιών (Εφτά τραγούδια για την Αρμενία, Αράμ Χατσατουριάν) τραγουδά τον αρμενικό πόνο με λυρικούς στίχους.

Τραγούδι για το γερανό

Γερανέ στάχτη αρμένικη γιομάτα τα φτερά σου

Σαν έφυγες μακριά,

τα μάτια σου ήταν βουρκωμένα από τα δάκρυα  μας σαν έφυγες μακριά.

Είπες “Δεν πάω πια στην Πατρίδα, ο θάνατος

καραδοκεί κι η συμφορά, η σφαγή”.

Αφήκες έρμη τη φωλιά κι ερείπιο σαν τη χώρα

και πέταξες μακριά.

Όπου κι αν πήγες πώς να βγεις απ’ την πελώρια

φυλακή του αρμένικου καϋμού!

Σε κάθε θάλασσα ή στεριά ξεσπιτωμένους

συναντάς αρμένηδες πολλούς.

Ο Μπαρουίρ Σεβάκ, τέλος, που σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα σε ηλικία 47 χρονώ, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ερεβάν. Αποφοίτησε με άριστα από του Ινστιτούτο “Μάξιμ Γκόρκυ” της Μόσχας. Είναι νεωτεριστής στο ύφος και στη γλώσσα, καινοτόμος της αρμενικής ποίησης. Βέβαια, τραγουδά τον άνθρωπο της φυλής του και τις παραδόσεις του λαού. Σε μετάφραση – ποιητική απόδοση του Γιάννη Νεγρεπόντη έχουμε δύο αριστουργήματα του Σεβάκ :”Άνθρωποι και Ανθρωπάκια” και “Μονομιάς”. Από το πρώτο δυο χαρακτηριστικοί στίχοι:

“Υπάρχει ο άνθρωπος που φορτώνεται τον κόσμο  /  κι είναι και τ’ ανθρωπάκι που φορτώνεται στον κόσμο”.

Κλείνουμε την αναφορά μας στον ποιητή αυτό με ένα απόσπασμα από το ποίημα Σαρνταραπάτ (τόπο όπου το Μάη του 1918 συγκρούστηκαν οι Αρμένιοι με του; Τούρκους και δημιουργήθηκε η πρώτη ελεύθερη Αρμενική Δημοκρατία) :

Μα εμείς δεν πέσαμε, ορμάμε μπρος

δεν αργοσβούμε, να ‘μαστε εμείς

όταν σημάνει συναγερμός

για να πληρώσουμε χρέος τιμής…

Σήμαντρα ηχήστε με κάθε ήχο

τους αγιασμένους λεβεντονιούς

εδώ καλέστε στο δίκαιο τοίχο

γενιές γνωρίστε τους εαυτούς

στον Σαρνταραπάτ, τον άξιο στίχο!

 

 

 

*

Ό,τι και να πούμε για την ποίηση ενός αγωνιζόμενου και μαρτυρικού λαού είναι λίγο. Η ποίηση πλουτίζεται από το αίμα του αγωνιστή, όπως και απ’ τον ιδρώτα του εργάτη.

Κλείνουμε την προσέγγισή μας, με στίχους που έγραψαν στην πατρίδα μας.

Ο αρμένιος Αγκόπ Τζελαλιάν (γενν. 1938, ζει στην Ελλάδα) με έντονη δράση σε πνευματικά θέματα, αυτός είναι ο δημιουργός της «Αρμενικής Ανθολογίας» που μας βοήθησε για το άρθρο μας τούτο.

ΓΕΝΕΣΗ

         Κάποτε εδώ ήταν ο κήπος της Εδέμ

…………………………………….

Τώρα ξεμένει μονάχα μια κιβωτός

Βράχια ολόγυρα τραχιά

Ξέρες και στάχτες κι ερημιά.

Σιγά σιγά, με μόχτο, ιδρώτα και σφυριά

Φτιάχνουμε πάλι απ’ την αρχή

Την ποντισμένη μας τη γη

Που ‘ ναι μικρή, πολύ μικρή σαν μια καρδιά

Μα μας χωράει ολουνούς

Κι είναι γροθιά για τους οχτρούς.

Η αισιοδοξία των νέων αρμενίων για την ανάσταση της πατρίδας τους.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε ένα θαυμάσιο ποίημα για την «Αρμενική παροικία» στην Ελλάδα. Κάποιοι στίχοι :

Τις συνοικίες των φτωχών αγγέλων

Έχω αγαπήσει κι ήρθα να σας δω,

Φίλοι, που απ’ του Αραράτ τα πλάγια

Κατεβαίνοντας

Με σκονισμένα πόδια φτάσατε ως εδώ.

Τα πρόσωπά σας φέγγουνε μες απ’ την

Τρικυμία

Καθώς σας βλέπω να περνάτε μπρος μου

Σέρνοντας την ευγενική σας δυστυχία

Στις τέσσερις γωνιές του κόσμου.

 

Λίγοι δικοί μου στίχοι – ένα ποίημα αφιερωμένο στη Αρμενική Κοινότητα Ξάνθης και ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ

 

 

 

Η ΜΑΝΑ ΜΑΣ Η ΛΕΥΤΕΡΙΑ

 

Κραυγή του χρόνου  του παλιού

με δύναμη και πόνο στολισμένη

αρμένης άκουσα να λέει ποιητής:

«αγκάλιασα τη λευτεριά

σαν πρώτη μου μητέρα»*

 

Βαθιά με πότισε στο νου,

αδέλφια είναι οι άνθρωποι

τη λευτεριά που έχουν μάνα.

 

Οβαννές Αδελφέ μου

κι Αδελφή μου Μελινέ,

γευτήκατε τον καημό της ξενιτιάς

και το λουτρό του θάνατου,

παλεύουμε όλοι μαζί

η μάνα μας η λευτεριά να ζει

κι όλοι να την χαιρόμαστε.

 

* στίχοι του Μικαέλ Ναλμπαντιάν (1830 – 1866) από τον αρμενικό ύμνο της Ελευθερίας, μετάφραση Γεώργιος Δροσίνης

Θανάσης Μουσόπουλος

Ξάνθη, 2016